Σελίδες

Τρίτη 2 Νοεμβρίου 2010

ΜΕΛΕΤΩΝΤΑΣ ΤΗ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ : Στοχασμοί, διατυπώσεις αντιθέσεων, εισηγήσεις, μελλοντικές προοπτικές.


Νίκου Αγαθοκλέους
κλινικού ψυχολόγου*


                                               
Παρουσιάστηκε στο 3ον Ψυχολογικό συνέδριο Κύπρου,
11-12 Νοεμβρίου 2000, Πανεπιστήμιο Κύπρου.
Τίτλος συνεδρίου:
Η ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΣΗΜΕΡΑ : ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ








«Ο σεβασμός του ανθρώπου μέσα από την ψυχική του διάσταση είναι ένα αναφαίρετο δικαίωμα. Η αναγνώριση του δικαιώματος αυτού εδραιώνει τις πράξεις των Ψυχολόγων».

(Kώδικας Δεοντολογίας των Ψυχολόγων, 1996)



"Είναι πράγματι αναγκαίο, για όλους τους ψυχολόγους,  ανεξάρτητα του τομέα άσκησης του επαγγέλματός τους, να είναι ενήμεροι για οτιδήποτε αφορά το επάγγελμά τους, και να οικοδομήσουν ένα επάγγελμα ενοποιημένο και αλληλέγγυο, βασική προϋπόθεση για την καλύτερη προάσπιση της ψυχολογίας έναντι της αδιαφορίας ή της εχθρότητας κάποιων, για την καλύτερη ενημέρωση του κοινού και για καλύτερη αναγνώριση από το κράτος."
                                                                  
(Didier  ANZIEU)



ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Ο στοχασμός γύρω από θέματα ηθικής και η θέσπιση μιας δεοντολογίας αποτελεί για τους Ευρωπαίους ψυχολόγους τον ακρογωνιαίο λίθο της άσκησης του επαγγέλματος και του μέλλοντος του ψυχολόγου. NOP)
.

Η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Συνδέσμων Επαγγελματιών Ψυχολόγων – ΕΥΡ.Ο.Σ.Ε.Ψ. – (European Federation of Professional PsychologistsAssociationsE.F.P.P.A.) είναι σήμερα το ανώτατο ευρωπαϊκό Όργανο, το οποίο θεσπίζει βασικούς κανόνες και διαδικασίες ως προς την εναρμόνιση του επαγγέλματος στην Ευρώπη (ό.π.).

Η διακύβευση του μέλλοντος των ψυχολόγων έγκειται στο ότι, εάν η επαγγελματική κοινότητα των ψυχολόγων δεν αναλάβει τις ευθύνες της, η νομική κατοχύρωση του επαγγελματία ψυχολόγου δε θα μπορεί επ' άπειρων να δικαιολογείται. Επομένως, οι ευθύνες αυτές δεν αφορούν μόνο τον ενστερνισμό, εκ μέρους των ψυχολόγων, του σεβασμού των αξιών ως προς τις πρακτικές εφαρμογές της ψυχολογίας, αλλά, ειδικότερα τους στόχους που εξυπηρετούν αυτά τα μέσα. Υπό αυτή την έννοια, τίθεται το ζήτημα του κοινωνικού έργου των ψυχολόγων, καθώς επίσης και της χρησιμότητάς τους έναντι του δημόσιου συμφέροντος (ό.π.).

Από την ίδρυση του Συνδέσμου Ψυχολόγων Κύπρου  (ΣΨΚ – 1980) έως τη νομική κατοχύρωση του επαγγέλματος του ψυχολόγου (1995) και με την ένταξη του ΣΨΚ στην ΕΥΡΟΣΕΨ, καθώς επίσης και το ότι η Κύπρος είναι  υποψήφια χώρα για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, έπειτα από μια 20ετία τουλάχιστο μεταρρυθμιστικών προσπαθειών είναι αναγκαίο να αποτιμήσουμε ό,τι έγινε, να διατυπώσουμε τις αντιθέσεις μας και να σκιαγραφήσουμε κάποιες μελλοντικές προοπτικές.

Η παρούσα μελέτη παραθέτει την ευρωπαϊκή πραγματικότητα από τη μια και κυπριακή από την άλλη και επιδιώκει να συζητήσει τις ακόλουθες προτάσεις / εισηγήσεις:

1.     Τη σύνταξη και τη νομική κατοχύρωση ενός Κώδικα Ηθικής και Δεοντολογίας των ψυχολόγων της Κύπρου: μια κοινωνική και ευρωπαϊκή επιταγή.
2.     Τη μετατροπή του Συνδέσμου Ψυχολόγων Κύπρου σε επαγγελματικό Σύνδεσμο: η ανάγκη για λύση παράδοξων καταστάσεων, αντιφάσεων και μια ευρωπαϊκή αναγκαιότητα.
3.     Την τροποποίηση του άρθρου 4 – (1) του Νόμου του 1995 που αφορά το Συμβούλιο εγγραφής.
4.     Τη συμπερίληψη της διδασκαλίας στο Νόμο του 1995.

Επίσης επιχειρείται να συζητηθεί:
·        Η ενδεχόμενη νομική κατοχύρωση «ειδικοτήτων» στην ψυχολογία: ασάφεια, σύγχυση και κατακερματισμός του επαγγέλματος.
·        Το ζήτημα των μεταβατικών διατάξεων του Νόμου.

 

 

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΩΝ ΛΟΓΩΝ


  Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΉ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΌΤΗΤΑ


 1.   Η ευρωπαϊκή εναρμόνιση των Εθνικών Κωδίκων Δεοντολογίας: Μια ουσιαστική διακύβευση – μια διαδικασία που δρομολογείται.

Σήμερα, η ευρωπαϊκή κοινότητα είναι ένα μη αναστρέψιμο γεγονός. Η Κύπρος, ως υποψήφιο μέλος για ένταξη, βρίσκεται στη διαδικασία εναρμόνισης με όλους τους τομείς της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κανένας, λοιπόν, δεν μπορεί να αγνοήσει την υποχρέωση που έχουν όλα τα επαγγέλματα, να εργαστούν προς την κατεύθυνση της εναρμόνισης των βασικών στοιχείων πάνω στα οποία στηρίζεται η πραγματικότητα του κάθε επαγγέλματος, το μέλλον του, η κοινωνική του εγκαθίδρυση. Ο στοχασμός γύρω από θέματα ηθικής και η θέσπιση μιας δεοντολογίας είναι για τους ευρωπαίους ψυχολόγους, ο ακρογωνιαίος λίθος της άσκησης τού επαγγέλματος και του μέλλοντος του ψυχολόγου.

Βασισμένη σε αυτή  την θεμελιακή αρχή, η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Συνδέσμων Επαγγελματιών Ψυχολόγων – ΕΥΡ.Ο.Σ.Ε.Ψ. – (European Federation of Professional PsychologistsAssociationsE.F.P.P.A), με την ίδρυσή της το 1981, ευθύς εξ αρχής θέτει ως στόχο τη θέσπιση ενός Κώδικα ηθικής και δεοντολογίας. Ύστερα από μακρόχρονες διαβουλεύσεις με τα κράτη - μέλη για την επεξεργασία ενός Κώδικα, το 1995 υιοθετήθηκε από την Γενική Συνέλευση της ΕΥΡΟΣΕΨ, η οποία πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα, ένα καταστατικό κείμενο θεμελιωδών αρχών. Αυτός ο «μετακώδικας» (έτσι ονομάστηκε) στοχεύει στην προώθηση της εναρμόνισης των ευρωπαϊκών εθνικών κωδίκων, μέσα από τη διάρθρωση των τεσσάρων θεμελιωδών αρχών:

 1- Σεβασμός και ανάπτυξη των δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειας του ατόμου 
 2 - Ευθύνη
 3 - Εξειδικευμένες γνώσεις
 4 - Εντιμότητα.

Ο μετακώδικας (βλέπε βιβλιογραφία) στην εισαγωγή του αναφέρει:

«Η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Συνδέσμων Επαγγελματιών Ψυχολόγων οφείλει να εξασφαλίζει ότι οι κώδικες ηθικής των συνδέσμων - μελών της θα συμφωνούν με τις ακόλουθες θεμελιώδεις αρχές,( αυτές που αναφέραμε πιο πάνω ) οι οποίες σκοπό έχουν να προσφέρουν γενικές θεωρήσεις που οι επαγγελματίες ψυχολόγοι μπορεί να συναντήσουν.
»Οι εθνικοί σύνδεσμοι θα πρέπει να απαιτούν από τα μέλη τους να αναπτύσσουν την ενημερότητά τους  γύρω από θέματα ηθικής και να συμβάλουν στην ανάπτυξη πρακτικής εκπαίδευσης των μελών τους, ώστε να    εξασφαλίσουν ότι αυτή η ανάπτυξη συμβαίνει. Οι εθνικοί σύνδεσμοι θα πρέπει να παρέχουν συμβουλευτική και υποστήριξη στα μέλη τους για ζητήματα ηθικής.

»Οι εθνικοί σύνδεσμοι θα πρέπει να προβλέπουν επανορθωτικές ή πειθαρχικές διαδικασίες, ώστε να διερευνούν και να αποφασίζουν σχετικά με καταγγελίες εναντίον μελών».

 Εάν αυτός ο «μετακώδικας» απορρέει, εν μέρη βέβαια, από τις ανάγκες και απαιτήσεις που επιβάλλονται για την άσκηση της πειθαρχίας ( πρόκειται λοιπόν για απαιτήσεις που ξεπερνούν τις εθνικές επιδράσεις και ακόμη ηπειρωτικές ), ωστόσο εγγράφει την άσκηση αυτή μέσα στα πλαίσια των πολιτισμικών, φιλοσοφικών, ιστορικών… αξιών, ίδιον της ευρωπαϊκής ταυτότητας. Ο μετακώδικας, λοιπόν, προορίζεται για τους επαγγελματίες ψυχολόγους, τις οργανώσεις τους, τις αρχές του κάθε κράτους όπου ασκούν ( δικαστήρια, πειθαρχικά Συμβούλια κλπ ) και δεν απευθύνεται στο κοινό.


Από το 1995, μια Μόνιμη Ευρωπαϊκή Επιτροπή,  συνεχίζει τις εργασίες της προς την κατεύθυνση της προαγωγής και της εναρμόνισης της δεοντολογίας. Επίσης στοχάζεται τους αναγκαίους συνοδευτικούς μηχανισμούς λειτουργίας της (ανάπτυξη του περιεχομένου των κωδίκων, μηχανισμοί αρχικής και συνεχούς εκπαίδευσης, τόσο των φοιτητών όσο και των επαγγελματιών ψυχολόγων, σε θέματα ηθικής και δεοντολογίας, θεσμοθέτηση αρχών διαιτησίας και γνωμοδότησης…).

Από το 1992, μέσα στο ίδιο πνεύμα, η ομάδα των Χωρών της Νοτίου Ευρώπης της ΕΥΡΟΣΕΨ ( Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία, Ελλάδα, Πορτογαλία, Μάλτα ) συνοψίζοντας τις ίδιες βασικές αρχές, συνέταξε ένα επαγγελματικό « Χάρτη »,  ώστε να διευκολυνθεί η πρόσβασή του στο κοινό. Αυτός ο «Ευρωπαϊκός Χάρτης» (βλ. παράρτημα), που επιβεβαιώνει τη διαδικασία εναρμόνισης, επικυρώθηκε από το σύνολο της  Ομοσπονδίας. Αυτό το καταστατικό Κείμενο, μεταφρασμένο σε οκτώ γλώσσες (συμπεριλαμβανομένης και της ελληνικής – βλέπε βιβλιογραφία ), σήμερα δεσμεύει τις 29 χώρες της Ευρώπης μέλη της ΕΥΡΟΣΕΨ, δηλαδή περισσότερους από 120000 ψυχολόγους. Σημειώνουμε λοιπόν ότι πάνω σε αυτές τις τέσσερις θεμελιώδεις αρχές εδράζονται τώρα ο μετακώδικας, ο χάρτης και κατά συνέπεια η εναρμόνιση του κώδικα της κάθε χώρας.

Η Κύπρος, πιο συγκεκριμένα, ο Σύνδεσμος Ψυχολόγων Κύπρου (ΣΨΚ)  είναι μέλος της ΕΥΡΟΣΕΨ από το  1995. Παρ' όλα αυτά, ο ΣΨΚ δεν είναι επαγγελματικός Σύνδεσμος, διότι σύμφωνα με το Νόμο δεν είναι όλα τα μέλη του επαγγελματίες ψυχολόγοι, άρα,  βάση του καταστατικού του, δεν μπορεί να είναι μέλος της ΕΥΡΟΣΕΨ (μόνο Σύνδεσμοι επαγγελματιών ψυχολόγων γίνονται μέλη - η Ομοσπονδία φαίνεται  να μη γνωρίζει αυτή την ιδιομορφία). Κι εδώ τίθεται επιτακτικά το ζήτημα της επείγουσας τροποποίησης του καταστατικού του ΣΨΚ.
     
Έτσι, λοιπόν, η επαγγελματική ταυτότητα των Ευρωπαίων ψυχολόγων επιβεβαιώνεται και ενισχύεται, δίνοντας αποκλειστική προτεραιότητα σε θέματα που άπτονται των υποχρεώσεων, των ατομικών και συλλογικών ευθυνών των ψυχολόγων, καθώς επίσης των αξιών που ενστερνίζονται και υπερασπίζονται από κοινού.

Τέλος, η διαδικασία αυτή της ευρωπαϊκής  εναρμόνισης, συμβάλλει στην  ενίσχυση της  εμβέλειας και της  αξίας  του Δεοντολογικού Κώδικα της κάθε χώρας - μέλος της ΕΥΡΟΣΕΨ.   

  Η ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ


Σε ό,τι αφορά τη δεοντολογία των ψυχολόγων, ο μοναδικός κοινός κώδικας αναφοράς είναι εκείνος που υιοθετήθηκε από το Σύνδεσμο Ψυχολόγων Κύπρου το 1982. Λαμβάνοντας υπόψη τις αλλαγές που συντελέστηκαν στο διάστημα των 20 χρόνων, τις αλλαγές που προέκυψαν ως προς τις προσφερόμενες επαγγελματικές υπηρεσίες των ψυχολόγων και την ευρωπαϊκή πραγματικότητα, παρατηρούμε τη δημιουργία ενός χάσματος μεταξύ των διατάξεων αυτού του κώδικα και  της απτής πραγματικότητας των επαγγελματικών συνθηκών του ψυχολόγου.

Η νομική κατοχύρωση του επαγγέλματος του ψυχολόγου (Νόμοι του 1995 και 1996) αποτελεί μια φάση καθοριστικής σημασίας, που δηλώνει την αναγνώριση, από την κοινωνία, μιας πραγματικής κοινωνικής εγκαθίδρυσης  του επαγγέλματος και του πεδίου εφαρμογής της ψυχολογίας. Μέσα από τις εμπειρίες και τις γνώσεις μας και μέσα από την υποχρέωση  εναρμόνισής μας με την ΕΥΡΟΣΕΨ, την Ευρωπαϊκή Ένωση δηλαδή, επιβάλλεται λοιπόν να προβούμε στην τροποποίηση αυτού του Κώδικα. Η τροποποίηση αυτή καθίσταται ακόμη πιο επείγουσα, εάν λάβομε υπόψη ότι η επαγγελματική άσκηση της ψυχολογίας διαφοροποιήθηκε αισθητά. Όσο περισσότερο η κοινωνική εγκαθίδρυση επιβεβαιώνεται τόσο πιο μεγάλες είναι οι ευθύνες μας, πράγμα που κάνει ακόμη πιο δύσκολη τη διατήρηση ενός στοχασμού γύρω από θέματα ηθικής. Κι όμως είναι η ηθική και η δεοντολογία που στηρίζει το ουσιώδες της επαγγελματικής μας κατάρτισης. Εξ άλλου, οι νόμοι του 1995 και 1996, όσον ελλιπείς και εάν είναι, συγκεκριμενοποίησαν την ύπαρξη μιας επαγγελματικής κοινότητας και καθόρισαν το ελάχιστο των πανεπιστημιακών προσόντων για την άσκηση του επαγγέλματος (5 έτη - το ελάχιστο αποδεχτό από την Ευρωπαϊκή Ένωση).

Σε αυτό το σημείο επαναφέρουμε το σοβαρό ζήτημα των μεταβατικών διατάξεων του Νόμου. Ευθύς εξ αρχής οφείλουμε να δηλώσουμε, ότι δεν είμαστε ενάντια της κατοχύρωσης των ανθρώπων εκείνων, που δεν έχουν τα πανεπιστημιακά προσόντα σύμφωνα με τις κανονικές διατάξεις του Κυρίως Νόμου, αλλά διαφωνούμε πλήρως με τον τρόπο με τον οποίο τους κατοχυρώνει ο Νόμος. Πιστεύουμε ότι θα έπρεπε να γίνει μια αξιολόγηση των γνώσεων και της πρακτικής τους, από μια επίσημη  Επιτροπή που θα περιελάμβανε πανεπιστημιακούς και επαγγελματίες ψυχολόγους ανεγνωρισμένου κύρους, και μόνο μέσα από αυτή τη διαδικασία θα μπορούσε να τους δοθεί άδεια άσκησης επαγγέλματος.

Επαναφέρουμε το ζήτημα  αυτό, " παλαιό " ζήτημα, επειδή το θεωρούμε θεμελιώδες και επειδή αποτελεί χωρίς προηγούμενο - σε καμία χώρα της Ευρώπης έχει γίνει κάτι παρόμοιο. Για παράδειγμα, στην περίπτωση της Γαλλίας, όταν κατοχυρώθηκε νομικά το επάγγελμα, ο Νόμος ελάμβανε  υπόψη ανθρώπους που δεν είχαν τα προσόντα (μέχρι ενός σημείου βέβαια, licence – 3 χρόνια σπουδών - και maîtrise – 4 χρόνια -  , αυτό υιοθέτησε και ο κυπριακός νόμος),  αλλά τους υποχρέωνε να περάσουν από μια επιστημονική επιτροπή αξιολόγησης, η οποία ανάλογα με την περίπτωση, παραχωρούσε ισοδυναμία (5ετών σπουδών) ή δεν παραχωρούσε και στην περίπτωση αυτή  ζητούσε   από τον υποψήφιο να κάνει αυτό ή το άλλο για να του δοθεί η ισοδυναμία.

 Υπενθυμίζουμε την περίπτωση των δασκάλων της Κύπρου, τριετούς εκπαίδευσης : για να τους δοθεί ισοδυναμία τετραετών σπουδών, (την οποία ζητούσαν οι ίδιοι, για αναβάθμιση της κλίμακας τους) πέρασαν από μια σειρά πανεπιστημιακών σεμιναρίων όπου στο τέλος αξιολογήθηκαν.

 Στην Ευρωπαϊκή Ένωση θεσπίστηκαν κανόνες και διαδικασίες που βοηθούν στην αναγνώριση των πτυχίων και δημιουργήθηκε ένα κοινό σύστημα αναγνώρισης των επαγγελματικών προσόντων. Η αναγνώριση του κάθε πτυχίου ενισχύεται από μια βασική αρχή: κάθε πολίτης που διαθέτει τα πλήρη επαγγελματικά προσόντα για την άσκηση ενός επαγγέλματος στη χώρα απ’ όπου προέρχεται, τού δίνεται η ευκαιρία να ασκήσει το ίδιο επάγγελμα στο κράτος -  μέλος  που πάει, εφ’ όσον βέβαια έχει ρυθμιστεί ένα μίνιμουμ πανεπιστημιακών σπουδών μεταξύ των κρατών – μελών.  Και εάν το  Κυπριακό Κράτος αποφασίσει, για τους δικούς του λόγους, ότι πρέπει να  υπάρχουν  ψυχολόγοι εξ επαγγέλματος, δε θα όφειλε να ενημερώσει το κοινό, και απ' εκεί και πέρα ο καθ' ένας να αναλάβει τις ευθύνες του; Κι ερωτούμε, ποιος από εμάς θα δεχόταν, είτε ο ίδιος είτε το παιδί του, να χειρουργηθεί από ένα " χειρούργο " που δεν έχει τα επαγγελματικά πανεπιστημιακά προσόντα αλλά κατοχυρώνεται κατά τον πιο πάνω τρόπο;

 Υπενθυμίζουμε: 
ο πρωταρχικός στόχος της νομικής κατοχύρωσης του επαγγέλματος του ψυχολόγου είναι η προστασία  του κοινού και της κοινωνίας από τις καταχρήσεις, τις εκμεταλλεύσεις και την κακή χρήση της ψυχολογίας.    


Παρ’ όλα αυτά, η μη νομική κατοχύρωση ενός κώδικα δεοντολογίας, καθιστά το νόμο ασαφή (χωρίς πλαίσιο, ωσάν δηλαδή να επρόκειτο για ένα σώμα χωρίς σάρκα) και, επιπλέον, η προκείμενη  νομική κατοχύρωση «ειδικοτήτων» είναι το επιστέγασμα της όλης σύγχυσης.  Εκφράζουμε εκ νέου τις ανησυχίες μας, δηλαδή "να μην κατατεμαχίσουμε το επάγγελμα του ψυχολόγου σε "ειδικότητες",  νομικά μαρκαρισμένες" (ANOP) : κλινικός ψυχολόγος, εκπαιδευτικός ψυχολόγος, συμβουλευτικός ψυχολόγος, εργασιακός ή  βιομηχανικός ψυχολόγος, εξελικτικός ψυχολόγος (όπως ζήτησαν κάποιοι συνάδελφοι – και γιατί όχι)… και ακόμη, γιατί όχι τεατίστας ή ρορσαρίστας ψυχολόγος,…και πάει λέγοντας… 

Για ενημέρωσή μας, και ως παράδειγμα,  παραθέτουμε κάποιες ονομασίες ειδικοτήτων  (μεταπτυχιακού επιπέδου - D.E.S.S. ή D.E.A.) που δίνουν τα γαλλικά  πανεπιστήμια και επιτρέπουν την άσκηση του επαγγέλματος: 

*κλινική ψυχολογία, *κλινική ψυχολογία και ψυχοπαθολογία, *κλινική και διαπολιτισμική ψυχολογία, *ψυχολογία του παιδιού και του εφήβου, *ψυχοπαθολογία,  *συμβουλευτική ψυχολογία, *ψυχολογία και ψυχοπαθολογία της γήρανσης, *κλινική,  παθολογική, ψυχαναλυτική ψυχολογία, *γεροντολογία, *γνωστική ψυχολογία: σπουδή του παιδιού και του ενήλικα, *βασική και ψυχαναλυτική ψυχοπαθολογία, *ψυχολογία και δικανική, *ψυχολογία της υγείας και της κοινωνίας, *ψυχολογία της γνωστικότητας και της αλληλεπίδρασης, *κλινική ψυχολογία της επιμόρφωσης, *ειδικός εμπειρογνώμονας μελετών και εκπαιδευτής στην κοινωνική ψυχολογία, *ψυχοπαθολογία και ψυχανάλυση: κλινική, κοινωνική και πολιτισμική προσέγγιση, *ψυχολογία της υγείας, *εξελικτική και κλινική ψυχολογία    *ψυχολογία της εργασίας, *εργονομία, *ψυχολογία: μάρκετινγκ και επικοινωνία, *ψυχολογία της εργασίας και γνωστική εργονομία, *ψυχολογία της οικονομίας, *ψυχολογία της εργασίας και νέες τεχνολογίες, *ψυχολογία της επιμόρφωσης και των ιδρυμάτων, *ψυχολογία του περιβάλλοντος, *κοινωνική ψυχολογία, *σχολική ψυχολογία,…

και σταματούμε εδώ, διότι ο κατάλογος είναι μακροσκελής.

 Όλοι αυτοί οι όροι, και πολλοί άλλοι, χρησιμοποιούνται από εμάς τους ψυχολόγους ως γλωσσικές συνήθειες για να υποδείξουμε το είδος των δραστηριοτήτων μας και τους τομείς στους οποίους παρεμβαίνουμε, καθώς επίσης και σε συνάρτηση της εξειδικευμένης εκπαίδευσης που λάβαμε κατά τη διάρκεια των μεταπτυχιακών πανεπιστημιακών σπουδών μας. Κι όμως, οι ίδιοι αυτοί όροι δεν επιδέχονται νομικής κατοχύρωσης, η οποία μέσα από τόσες "ειδικότητες" θα εξασθενίσει την ψυχολογία. (ANOP)

Εάν βασιζόμαστε πάνω στο ιατρικό επάγγελμα και κατά ανάλογο τρόπο κατοχυρώσουμε ειδικότητες στην ψυχολογία, πιστεύουμε ότι υπάρχει μια σύγχυση ανάμεσα στα δύο επαγγέλματα : η ψυχολογία έχει τη δικιά της ιδιομορφία, τόσο ως προς την πανεπιστημιακή εκπαίδευση όσο και την πρακτική.

 Όσον αφορά την εγγραφή επαγγελματιών ψυχολόγων στο μητρώο, δεν είναι απαραίτητη η νομική κατοχύρωση ειδικοτήτων. Ο νόμος του 1996, άρθρο 13.(1) είναι σαφής, αν και δεν υπάρχει λόγος ύπαρξής  του για τους λόγους που αναφέρουμε:

 " Το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί να καθορίζει ειδικά προσόντα που αφορούν ορισμένο αριθμών ειδικοτήτων μετά από σύσταση του Συμβουλίου ".

Πιστεύουμε ότι δε χρειάζεται οιονδήποτε σχόλιο.

Επαναλαμβάνουμε: πρώτιστο καθήκον και υποχρέωσή μας είναι να κατοχυρώσουμε επαγγελματίες ψυχολόγους ώστε το κοινό να είναι εξασφαλισμένο, ότι έχει να κάνει κατ' αρχήν με ένα επαγγελματία, του οποίου οι επαγγελματικές  πράξεις διέπονται από τον Κώδικα Ηθικής και Δεοντολογίας.

Ο Μετακώδικας, στον οποίο αναφερθήκαμε προηγούμενα και τον οποίο υιοθέτησαν όλες οι χώρες - μέλη της ΕΥΡΟΣΕΨ, αναφέρει (παράγραφος 2.2 Προσόντα - επαγγελματικά, κεφάλαιο 2. Αρχές Ηθικής):

"Οι ψυχολόγοι εξασφαλίζουν και διατηρούν υψηλά επίπεδα επάρκειας στην εργασία τους. Αναγνωρίζουν τα όρια των ιδιαίτερων ικανοτήτων τους και τους περιορισμούς της πανεπιστημιακής εξειδίκευσής τους. Παρέχουν μόνο τις υπηρεσίες εκείνες και χρησιμοποιούν μόνο τις τεχνικές εκείνες, για τις οποίες διαθέτουν τα απαραίτητα προσόντα, λόγω των σπουδών τους , της εκπαίδευσής τους  ή της ειδικής εμπειρίας τους" 

Και ακόμη, (παράγραφος 3.2.2 ):

"Υποχρέωση των ψυχολόγων να ασκούν  το επάγγελμα εντός των ορίων των εξειδικευμένων γνώσεών τους, όπως προκύπτουν από τις σπουδές τους, την πρακτική εξάσκησή τους και την ειδική  εμπειρία τους ". 

Υποστηρίξαμε ότι το άρθρο 13  του Νόμου του 1996 δεν υπάρχει λόγος ύπαρξής του, διότι ένας Κώδικας  δεοντολογίας αναπόφευκτα παραπέμπει στις αρμοδιότητες – ικανότητες – παρουσίαση προσόντων – ανακοίνωση υπηρεσιών ( π.χ. βλέπε ακόμη, Δεοντολογικός Κώδικας ΣΨΚ, άρθρα 43-45, 47-49 και 55 ), και δεν είναι μέσα από τη νομική κατοχύρωση πληθώρα  πανεπιστημιακών όρων που προστατεύουμε το κοινό.

Υπενθυμίζουμε και πάλι ότι η ΕΥΡΟΣΕΨ, δεν είναι τη νομική κατοχύρωση "ειδικοτήτων", πανεπιστημιακών εξειδικεύσεων, που προωθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αλλά εκείνη του Κώδικα. Εξ άλλου, οι εργασίες των Ομάδων (Tasks-fort) καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι οι τομείς άσκησης της ψυχολογίας είναι αλληλένδετοι και δεν υπάρχει σαφής διαχωρισμός αυτών, αλλά ούτε και ανάμεσα σε ακαδημαϊκούς, ερευνητικούς και επαγγελματικούς κλάδους. Ποιο συγκεκριμένα, ο Μετακώδικας ηθικής και δεοντολογίας της ΕΥΡΟΣΕΨ / EFPPA, στην εισαγωγή του αναφέρει:

"Οι ψυχολόγοι αναπτύσσουν ένα έγκυρο και αξιόπιστο σύνολο γνώσεων βασισμένων στην έρευνα, και εφαρμόζουν τις γνώσεις αυτές στις ψυχικές διεργασίες και την ανθρώπινη συμπεριφορά μέσα σε διάφορα πλαίσια. Για το σκοπό αυτό επιτελούν πολλούς ρόλους σε διάφορους τομείς, όπως στην έρευνα, την εκπαίδευση  / διδασκαλία, την αξιολόγηση, τη θεραπεία, τη γνωμάτευση, καθώς και στην πραγματογνωμοσύνη, για να αναφέρουμε μόνο μερικούς από τους τομείς αυτούς. "  

 Και ακόμη περισσότερο, πώς θα μπορούσαμε για κάθε τομέα να διαχωρίσουμε υποτομείς άσκησης   / ειδικότητες άσκησης; Πιστεύουμε ότι όχι μόνο δεν έχει κανένα νόημα και ότι εισερχόμεθα σε ένα φαύλο κύκλο όπου θα αυτοπαγιδευθούμε -  τρανή απόδειξη το γαλλικό παράδειγμα που δώσαμε  παραπάνω -  αλλά, ταυτόχρονα αντιβαίνουμε των βασικών αρχών της ΕΥΡΟΣΕΨ, τις οποίες έχομε υιοθετήσει ως Σύνδεσμος - μέλος.

Διαπιστώνουμε επίσης, ότι οι Νόμοι του 1995 και 1996 που δεν περιλαμβάνουν τη  διδασκαλία, δε συνάδουν πάλι με την  Ευρωπαϊκή πραγματικότητα, και αντιβαίνουν αυτής. Επομένως, και σε αυτό το σημείο χρειάζεται να γίνει τροποποίηση του νόμου, απλά να περιληφθεί και η διδασκαλία.   
       
Αντίθετα, εάν ο καθένας από εμάς, στον επαγγελματικό του χώρο, καθίσταται υπεύθυνος των παρεμβάσεών του, τότε αυτές μπορεί να έχουν επιπτώσεις στο σύνολο αυτού του επαγγέλματος, ως προς την αξιοπιστία και την αναγνώριση της επαγγελματικής επάρκειας. Η εκ των πραγμάτων αλληλεγγύη δημιουργεί νέες αμοιβαίες ευθύνες: συλλογικές ως προς τον καθένα, ατομικές ως προς το κοινωνικό σύνολο.

Επαναλαμβάνουμε και πάλιν, «η νομική κατοχύρωση του επαγγέλματος του  ψυχολόγου έχει πρώτιστο στόχο να διαφυλάξει το κοινό και την κοινωνία από τις καταχρήσεις, τις  εκμεταλλεύσεις  και τη κακή χρήση της ψυχολογίας. Επομένως, οι επαγγελματίες ψυχολόγοι, de facto, έχουν την υποχρέωση να ορίσουν τους κανονισμούς που χαρακτηρίζουν αυτές τις καταχρήσεις και τις κακές εφαρμογές της ψυχολογίας, και να τις προλάβουν.  Προκύπτει, λοιπόν, ότι η αναγκαιότητα ενός κώδικα δεν προέρχεται πλέον μόνο από τις ηθικές προσδοκίες των ίδιων των ψυχολόγων, αλλά και από τις νέες απαιτήσεις προερχόμενες από τον νομοθέτη, επομένως από την κοινωνία». (ANOP)

  ΔΙΑΚΥΒΕΥΕΤΑΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΩΝ ΨΥΧΟΛΟΓΩΝ


Εάν η επαγγελματική κοινότητα των ψυχολόγων δεν αναλάβει τις ευθύνες της, η νομική κατοχύρωση τού επαγγελματία ψυχολόγου δε θα μπορεί επ' άπειρων να δικαιολογείται. Επομένως, οι ευθύνες αυτές δεν αφορούν μόνο τον ενστερνισμό, εκ μέρους των ψυχολόγων, του σεβασμού των αξιών ως προς τις πρακτικές εφαρμογές της ψυχολογίας, αλλά, ειδικότερα τους στόχους που εξυπηρετούν αυτά τα μέσα. Υπό αυτή την έννοια, τίθεται το ζήτημα του κοινωνικού έργου των ψυχολόγων, καθώς επίσης και της χρησιμότητάς τους έναντι του δημόσιου συμφέροντος. (ANOP)


Εάν από τη μια το κοινωνικό ρίζωμα της ψυχολογίας θέτει το επάγγελμα μπροστά σε νέα προβλήματα, οι κοινωνικές αλλαγές από την άλλη υποβάλλουν σε δοκιμασία τις κοινωνικές παραδοσιακές αναφορές και κάμνουν, ώστε να δημιουργούνται νέα αιτήματα, όλο και περισσότερο πολύπλοκα και αντιφατικά. Επίσης, η ψυχολογία και οι εφαρμογές της, μπορεί να γίνουν αντικείμενο έντονων παράδοξων απαιτήσεων, μεταξύ του αιτήματος μαγικής επίλυσης ατομικών προβλημάτων και της επιθυμίας τεχνικού ελέγχου των ανθρώπων. Κάτω από αυτές τις νέες συνθήκες, οι ψυχολόγοι όχι μόνο οφείλουν να προβάλουν τους κανόνες που διέπουν τις επαγγελματικές τους πράξεις και να  αποσαφηνίσουν τις αξίες που προκύπτουν από αυτές, αλλά, επιπλέον, οφείλουν να ορίσουν τα όρια τους έναντι των κοινωνικών αιτημάτων - είτε αυτά προέρχονται από άτομα, είτε από ιδρύματα – και να διαβεβαιώσουν την δέσμευσή τους έναντι της  ηθικής. (ό.π.)

ΕΠΙΛΟΓΟΣ


Βάση των προαναφερθέντων, η επεξεργασία ενός κώδικα που θα αφορά όλους τους ψυχολόγους (συμπεριλαμβανομένων των ψυχολόγων που ασκούν το επάγγελμα σε τομείς, όπως την έρευνα, τη διδασκαλία, την εκτίμηση και πρωτογενή πρόληψη, τη διοίκηση και εποπτεία ψυχολογικών υπηρεσιών, κ.λπ.)  και η  νομική κατοχύρωσή του, είναι μια διακύβευση της επιβεβαίωσης του κοινωνικού έργου των ψυχολόγων, καθώς του ατομικού και συλλογικού τους μέλλοντος.

Η νομική  κατοχύρωση «ειδικοτήτων» / πανεπιστημιακών εξειδικεύσεων, θα κατακερματίσει το επάγγελμα και θα  επιφέρει αναπόφευκτα σύγχυση, τόσο στο επάγγελμα της  ψυχολογίας  όσο και στο κοινό, και επιπλέον θα αντιβαίνει των βασικών αρχών της ΕΥΡΟΣΕΨ / EFPPA.

Η τροποποίηση του καταστατικού του Συνδέσμου Ψυχολόγων Κύπρου καθίσταται επιτακτική, ώστε να μετατραπεί σε Επαγγελματικό Σύνδεσμο και να συνάδει με τη σημερινή κυπριακή πραγματικότητα και τις ευρωπαϊκές απαιτήσεις της Ομοσπονδίας.

Επειδή οι ψυχολόγοι «επιτελούν πολλούς ρόλους σε διάφορους τομείς, όπως στην έρευνα, την εκπαίδευση  / διδασκαλία, την αξιολόγηση, τη θεραπεία, τη γνωμάτευση, καθώς και στην πραγματογνωμοσύνη, για να αναφέρουμε μόνο μερικούς από τους τομείς αυτούς ", και επειδή «είναι αναγκαίο για όλους τους ψυχολόγους, ανεξάρτητα τού τομέα άσκησης τού επαγγέλματός τους, να οικοδομήσουν ένα επάγγελμα ενοποιημένο και αλληλέγγυο, βασική προϋπόθεση για την καλύτερη προάσπιση τής ψυχολογίας έναντι τής αδιαφορίας ή τής εχθρότητας κάποιων, για την καλύτερη ενημέρωση του κοινού και για καλύτερη αναγνώριση από το κράτος", είναι γι’ αυτούς  ακριβώς τους λόγους που επιβάλλεται η θέσπιση ενός και μοναδικού Νόμου, καθώς και Κώδικα Δεοντολογίας, οι οποίοι  θα απευθύνονται σε όλους τους ψυχολόγους.
  

Βιβλιογραφικές πηγές

1.     ANOP, στο" Psychologues et psychologies ", no 138, 1997.
2.     Ευρωπαϊκός Χάρτης ψυχολόγων (μετάφραση και επιμέλεια: Χαρά Ταπανίδου, Νίκος Αγαθοκλέους), το γαλλικό κείμενο στο «Psychologues et Psychologies», no 138, 1997.
3.     Μετακώδικας της ΕΥΡΟΣΕΨ / EFPPA, στο "Κώδικες δεοντολογίας για τους ψυχολόγους στην Ελλάδα και την Ευρώπη " , εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα, 1997.
4.     Kώδικας Δεοντολογίας των Ψυχολόγων, 1996. Μετάφραση και επιμέλεια Νίκος Αγαθοκλέους [διαδίκτυο]. Διαθέσιμο στο  http://clinical-psychology-cyprus.blogspot.com/2010/08/22-1996-aepu-association-des.html 
5.     Δεοντολογικός κώδικας (ΣΨΚ), Λευκωσία, 1982.
6.     "Ο περί εγγραφής επαγγελματιών ψυχολόγων", Νόμοι του 1995 και 1996.
7.     "Επιτροπή μελέτης για κατοχύρωση του Τίτλου του ψυχολόγου" (απόφαση της Γενικής Συνέλευσης ημ. 25 Απριλίου 1998. Σύνθεση Επιτροπής: Ιριάνα Διακίδου, Μερόπη Καψάλη, Χαρά Ταπανίδου, Νίκος Αγαθοκλέους). 

***

παράρτημα 

ΕΥΡΩΠΑΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ ΨΥΧΟΛΟΓΩΝ
Θεμελιώδεις Αρχές

Σκοπός του Χάρτη αυτού είναι να θέσει τις θεμελιώδεις αρχές που διέπουν τις παρεμβάσεις των Ψυχολόγων, διακηρύσσοντας το αναφαίρετο δικαίωμα του σεβασμού του ανθρώπου μέσα από την ψυχική του διάσταση.

Ο Χάρτης στοχεύει να αποτελέσει αντικείμενο αναφοράς όλων των Ψυχολόγων, ανεξάρτητα του χώρου άσκησης του επαγγέλματός τους, των μεθόδων που χρησιμοποιούν, της ιδιότητάς τους, των θεωρητικών ή πρακτικών αναφορών και στόχων τους.

Οι Ψυχολόγοι στηρίζουν τις έρευνες και την πρακτική τους σ’ένα επιστημονικό και ειδικό σύνολο γνώσεων, οι οποίες αποτελούν προϊόν συζήτησης και αποδοχής στην επιστημονική κοινότητα.

Το αντικείμενο αυτής της επιστήμης είναι το σύνολο των αμοιβαίων σχέσεων, του ψυχικού βίου και στάσεων, όπως παρατηρούνται στην ατομική συμπεριφορά και στην ομάδα. 

Οι παρεμβάσεις των Ψυχολόγων προσεγγίζουν και επεξεργάζονται την ιδιωτική ζωή ατόμων και ομάδων. Αυτή η ιδιαιτερότητα τους δεσμεύει να παρέχουν την πιο υψηλή δεοντολογική προστασία ως απαραίτητη προϋπόθεση στην άσκηση του επαγγέλματός τους.

Οι θεμελιώδεις αρχές του Χάρτη είναι οι ακόλουθες:

Σεβασμός και ανάπτυξη των δικαιωμάτων
και της αξιοπρέπειας των Ανθρώπων

Ο Ψυχολόγος σέβεται και εργάζεται για την προαγωγή των θεμελιωδών δικαιωμάτων του Ανθρώπου: της ελευθερίας, της αξιοπρέπειας, της διαφύλαξης της προσωπικής ζωής, της αυτονομίας και της ψυχολογικής ευεξίας.

Δεν μπορεί να πραγματοποιήσει οποιαδήποτε ψυχολογική παρέμβαση χωρίς τη συγκατάθεση του ενδιαφερόμενου ατόμου, εκτός στην περίπτωση όπου ενεργεί κατόπιν δικαστικής εντολής.

Αντίστοιχα, οποιοσδήποτε μπορεί να αποταθεί ελεύθερα και απ’ευθείας σε Ψυχολόγο της δικής του επιλογής.

Ο Ψυχολόγος διαφυλάσσει την εμπιστευτικότητα της ψυχολογικής παρέμβασης, σέβεται το επαγγελματικό απόρρητο και τη διαφύλαξη της ιδιωτικής ζωής του ατόμου, ακόμη και στη περίπτωση όπου αναλαμβάνει να διαβιβάσει στοιχεία των παρεμβάσεών του.

Ευθύνη

Μέσα στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων του, ο Ψυχολόγος αναλαμβάνει την ευθύνη της επιλογής, της εφαρμογής και των επιπτώσεων των μεθόδων και τεχνικών που χρησιμοποιεί. Ταυτόχρονα, αναλαμβάνει την ευθύνη των επαγγελματικών γνωμοδοτήσεων που υποβάλλει σε άτομα, σε ομάδες και στην κοινωνία.
Αρνείται οποιαδήποτε παρέμβαση, θεωρία ή τεχνική που έρχεται σε αντίθεση με τις δεοντολογικές αρχές του.

Ειδημοσύνη

Η ειδημοσύνη του Ψυχολόγου απορρέει από μεταπτυχιακού πανεπιστημιακού επιπέδου εξειδικευμένες θεωρητικές γνώσεις και συνεχή ενημέρωση για τις νέες εξελίξεις στον τομέα του, καθώς και από πρακτική εκπαίδευση εποπτευόμενη από έμπειρους προσοντούχους ακαδημαϊκούς.
Ο κάθε Ψυχολόγος ασκεί το επάγγελμα εντός των ορίων των εξειδικευμένων γνώσεών του, όπως προκύπτουν από τις σπουδές του, την εκπαίδευσή του και την ειδική εμπειρία του.

Εντιμότητα

Απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή των τριών αυτών αρχών είναι η υποχρέωση του Ψυχολόγου να είναι έντιμος στην άσκηση του συνόλου των δραστηριοτήτων του και στη συνεχή προσπάθειά του να διασαφηνίζει τις αναφορές του, τις μεθόδους του, την αποστολή του, το έργο του  και τις υπηρεσίες που προτείνει.

Οι τέσσερις πιο πάνω αρχές είναι θεμελιώδεις και ουσιώδεις. Οι Ψυχολόγοι δεσμεύονται να τις σεβαστούν, να τις προωθήσουν, να εμπνευστούν από αυτές και να τις γνωστοποιήσουν.

Βασισμένοι σ’αυτές τις αρχές, οι Ψυχολόγοι ρυθμίζουν τις σχέσεις που διατηρούν στην δική τους επιστημονική και επαγγελματική κοινότητα και τις σχέσεις που αναπτύσσουν με το σύνολο των άλλων επαγγελματιών.






ΕγΕκρίθηκε στην Qawra της Μάλτας στις 5 Νοεμβρίου 1994 από την Ομάδα της ΕFPPA / ΕΥΡΟΣΕΨ (European Federation of Professional PsychologistsAssociations / Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Συνδέσμων Επαγγελματιών Ψυχολόγων) Νοτίου Ευρώπης και επικυρώθηκε από το σύνολο της Ομοσπονδίας. Βλέπε «Psychologues et Psychologies», no 138, 1997. Μέλη της EFPPA / ΕΥΡΟΣΕΨ είναι όλες σχεδόν οι ευρωπαϊκές χώρες συμπεριλαμβανομένης και της Κύπρου. 


 Επιμέλεια : Νίκος Αγαθοκλέους
Μετάφραση από το γαλλικό κείμενο : Νίκος Αγαθοκλέους, Χαρά Ταπανίδου 
Τελική διόρθωση κεμένου : Χριστάκης Αγαθοκλέους, Καθηγητής ελληνικής φιλολογίας    


 *Diplôme d' Etudes Supérieures Spécialisées (D.E.S.S.) Κλινικής ψυχολογίας και ψυχοπαθολογίας, Maîtrise Ψυχολογίας,  Licence Ψυχολογίας, D.E.U.G. Ψυχολογίας, Université  Lumière Lyon 2, Lyon, France / Πανεπιστήμιο Lumière Lyon 2, ΛυώνΓαλλία

 *A.E.U.  Psychologie Médicale / Ιατρικής Ψυχολογίας
   A.E.U. Médecine Légale Psychiatrique et  Criminologie Clinique / Δικανικής Ψυχιατρικής & Κλινικής Εγκληματολογίας
 Université de Médecine Claude  Bernard Lyon 1 / Πανεπιστήμιο Ιατρικής Claude  Bernard Λυών 1, Γαλλία. 






ΠΑΙΔΙ, ΓΟΝΕΑΣ, ΤΟΞΙΚΟΜΑΝΙΑ

ΓΙΑ ΔΕΚΑ ΧΡΟΝΙΑ, ΟΙ ΓΟΝΕΙΣ ΕΙΧΑΝ ΤΗΝ ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΗ, ΟΤΙ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥΣ ΒΟΗΘΟΥΝΤΟ ΑΠΟ ΕΝΑ 
 ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΡΟΛΗΨΗΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑΧΡΗΣΗΣ ΨΥΧΟΔΡΑΣΤΙΚΩΝ ΟΥΣΙΩΝ 



τσιγάρο…αλκοόλ…ναρκωτικό…φάρμακα…

Το παρακάτω άρθρο αφορά την αξιολόγηση του περιβόητου προγράμματος DARE (Drug Abuse Resistance Education) / Πρόγραμμα πρόληψης της τοξικομανίας.

Σε πολλούς γονείς, η κατάχρηση ναρκωτικών ουσιών που θα μπορούσαν να κάνουν τα παιδιά τους, προκαλεί φόβο και ανησυχία. Είναι ίσως γι’ αυτό τον λόγο που εξηγείται η δημιουργία μεγάλου αριθμού προληπτικών προγραμμάτων που απευθύνονται στους νέους, σε ό,τι αφορά στην κατάχρηση ναρκωτικών ουσιών (νόμιμων και παράνομων). Είναι όμως, πραγματικά, τόσο αποτελεσματικά (τα προγράμματα αυτά) όσο θα ήθελαν κάποιοι να μας κάνουν να το πιστέψουμε;

Για να εξακριβωθεί του λόγου το αληθές, ένα από αυτά τα προγράμματα, τα πλέον γνωστά και τα πλέον διαδεδομένα, τέθηκε υπό εξέταση : πρόκειται για το πρόγραμμα DARE (Drug Abuse Resistance Education).

Η έμφαση αυτού του προγράμματος δόθηκε, κυρίως, στην απόκτηση δεξιοτήτων, που θα επέτρεπαν τη συνειδητοποίηση της κοινωνικής πίεσης, η οποία ωθεί στη χρήση των ναρκωτικών, και έτσι να μπορούν οι νέοι να αντιστέκονται. Επιπλέον, βρίσκουμε στο μενού της πληροφόρησης για τα ναρκωτικά, συμβουλές, όπως :

·         πώς παίρνει κάποιος ορθές αποφάσεις
·        πώς αυξάνει κανείς την αυτοεκτίμησή του 
·        εναλλακτικές υγιείς επιλογές σχετικά με τα ναρκωτικά.

Με απλά λόγια, πρόκειται για ένα τυπικό πρόγραμμα.

Ο στόχος της αξιολόγησης, στην οποία υπεβλήθη το πρόγραμμα αυτό, ήταν απλός :
να εξακριβωθεί κατά πόσον, δέκα χρόνια μετά που παρακολούθησε το πρόγραμμα η ομάδα αυτή των νέων, κατανάλωνε ολιγότερες ναρκωτικές ουσίες από την ομάδα εκείνη που δε το παρακολούθησε.

Τα αποτελέσματα ήταν αποκαρδιωτικά : οι νέοι που συμμετείχαν στο πρόγραμμα αυτό, έκαναν την ίδια χρήση τσιγάρων, αλκοόλ, μαριχουάνας και άλλων ναρκωτικών ουσιών με τους νέους που δεν συμμετείχαν στο πρόγραμμα. Και το χειρότερο απ’ όλα είναι ότι οι έφηβοι, που παρακολούθησαν το εν λόγω πρόγραμμα, παρουσιάζονταν, δέκα χρόνια αργότερα, να έχουν μια μειωμένη αυτοεκτίμηση σε σχέση με εκείνους τους νέους που δεν παρακολούθησαν το πρόγραμμα!

Δεδομένων αυτών των κακών αποτελεσμάτων, πώς εξηγείται η δημοτικότητα αυτού του προγράμματος;

Το πρόγραμμα DARE είναι δημοφιλές διότι φαίνεται να λειτουργεί. Οι γονείς των παιδιών που συμμετείχαν στο πρόγραμμα DARE, διαπιστώνουν ότι τα περισσότερα από αυτά τα παιδιά δεν κάνουν κατάχρηση ναρκωτικών ουσιών. Είναι, επομένως, ικανοποιημένοι από τα «αποτελέσματα του προγράμματος». Αυτό όμως που ξεχνούν είναι ότι οι περισσότεροι από τους νέους,  είτε παρακολουθούν πρόγραμμα, γι’ αυτό το σκοπό, είτε όχι, δεν κάνουν κατάχρηση ουσιών.

Τα παιδιά σας, έχουν δοκιμάσει τη μαριχουάνα στο Γυμνάσιο ή στο Λύκειο;Ξεχάστε το πρόγραμμα αυτό και σκεφτείτε το πρώτο σας τσιγάρο, χασίς..., που έχετε ενδεχομένως καπνίσει.
Ουδέποτε υποκύψατε στον πειρασμό;
Πιθανόν να σας έλειψε κάτι…, και επιβιώσατε χωρίς πρόβλημα;
Έτσι και τα παιδιά σας, έχουν τις ίδιες πιθανότητες να κάνουν κάτι παρόμοιο με εσάς.